Από τον Δρ. Νικόλα Ρώσση
Προσφάτως ο Ν. Μιχαλολιάκος της Χρυσής Αυγής επιχειρηματολόγησε πως ο Γ. Αντετοκούνμπο δεν μπορεί να γίνει Έλληνας διότι...
είναι μαύρος και επειδή κανείς δεν μπορεί να προφέρει το όνομα του, προσθέτοντας ότι δεν υπήρχαν τέτοια ονόματα στο έπος του 1912 και του 1940. Λίγο παλαιότερα ο κ. Παναγιώταρος, επίσης βουλευτής της Χρυσής Αυγής, περιέγραψε το Σ. Σχορτσιανίτη, που ήταν και μέλος της Ελληνικής Εθνικής ομάδας μπάσκετ ως μη Έλληνα, μόνο και μόνο επειδή είναι μαύρος. Όμως πόσο σίγουρος μπορεί να είναι κάποιος για την φυλετική του καθαρότητα σήμερα; Πόσο Έλληνες είναι οι Έλληνες του σήμερα;
Η συνέχεια των Ελλήνων από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα είναι ένα ακανθώδες θέμα και πολλοί Έλληνες λόγιοι όλα αυτά τα χρόνια εξέδιδαν άρθρα και μελέτες με το συμπέρασμα πάντα όμως προκαθορισμένο. «Οι σύγχρονοι Έλληνες είναι απόγονοι του Περικλή και του Σωκράτη». Αλλά είναι οι Έλληνες πραγματικά Έλληνες; Σίγουρα το κράτος αλλά και η ελληνική ακαδημαϊκή κοινότητα και έχουν κάνει ό, τι είναι δυνατόν για να υπονομεύσουν τη πιθανότητα ένός τέτοιου ενδεχομένου και να βλάψουν την αξιοπιστία των επιχειρημάτων τους. Πώς; Η δημοφιλής πεποίθηση της ελληνικής συνέχειας από την εποχή της αρχαιότητας μέχρι σήμερα κατά κύριο λόγο στηρίζεται από ανεπαρκείς ερμηνείες, επιστημονικές παραποιήσεις, τη βοήθεια του Θεού και από την ύπαρξη ενός ελληνικού κώδικα του DNA. (ΔΕΝ ΚΑΝΩ ΠΛΑΚΑ)
Κοντοί μουσουλμάνοι και ελληνικό DNA
Κάθε φορά που μη-Έλληνας ερευνητής έγραφε κάτι οριακά θετικό για την ελληνική καταγωγή, έπαιρνε υπερβολικές διαστάσεις από τον Τύπο. Για παράδειγμα, ο Carleton Coon ανέφερε ότι η ομοιότητα των αρχαίων Ελλήνων με τους σύγχρονους είναι αξιοσημείωτη. Ωστόσο, όλοι φαίνεται ότι διάβασαν μέχρι εκεί και παρέλειψαν από τη δήλωση, ότι ο Coon περιγράφει στην πραγματικότητα μια μεσογειακή φυλή με παρόμοια χαρακτηριστικά από το Μαρόκο προς την Ελλάδα και τη Μέση Ανατολή.
«Οι Έλληνες του παρελθόντος είναι παρόμοιοι με τον σύγχρονο λαό, όμως φαίνονται λίγο-πολύ το ίδιο και με σύγχρονους Αλβανούς, Τούρκους, Ιταλούς, κλπ.» Ένα βασικό λάθος της έρευνάς του, έγκειται στο γεγονός ότι χωρίζει τους ανθρώπους ανάλογα με τη θρησκεία τους. Μάλιστα ανέφερε ότι οι μουσουλμάνοι Έλληνες είναι ένα εκατοστό πιο κοντοί από τους Ορθόδοξους. Οι Κρήτες, λέει ο Coon, είναι πιο ψηλοί και ξανθοί από τους «Έλληνες» και μοιάζουν πιο πολύ με τους Σέρβους. Ανέφερε επίσης ότι οι Έλληνες της Βοστώνης, είναι ακόμη ψηλότεροι, παραμελώντας εντελώς την πραγματική καταγωγή τους από την Ελλάδα. [1]
Παρόλα αυτά, ο συγκεκριμένος ανθρωπολόγος συχνά αναφέρεται ως επιστημονική απόδειξη σχετικά με την πραγματική ελληνική προέλευση.
Άλλο ένα τρανταχτό παράδειγμα επιστημονικής παρερμηνείας είναι η περίπτωση του γενετιστή του Παν. του Στάνφορντ, Luigi Luca Cavalli Sforza. Ο Sforza στην υπόθεση του αναφέρει απλώς ότι ένας συγκεκριμένος τύπος DNA είχε ισχυρή παρουσία στην Ελλάδα. Αυτή ήταν η σπίθα για άλλον ένα γύρο θεωριών που αφορούν την ελληνική καθαρότητα. Ο Sforza, στη πραγματικότητα αναφέρει ότι το συγκεκριμένο DNA προέρχεται από την Ανατολία και την Ασία από το 7000πΧ εξαιτίας της γεωργικής μετανάστευσης[2] , μια προκατειλημμένη παράλειψη εκ μέρους πολλών Ελλήνων δημοσιογράφων και επιστημόνων οι οποίοι προώθησαν την ιδέα ενός ελληνικού DNA, μη λαμβάνοντας υπ’όψιν ότι σε αυτό το διάστημα η Ελλάδα δεν είχε καν «εφευρεθεί» ακόμα. Ο Sforza ανέφερε επίσης ότι οι Έλληνες είναι περισσότερο γενετικά παρόμοιοι με τους Ιρανούς από οποιονδήποτε άλλο, [3], η συσχέτιση αυτή επίσης υποδεικνύεται από ιστορικές και ανθρωπολογικές μελέτες, αλλά αγνοείται παντελώς στην Ελλάδα.
Εκτός των άλλων, οι Πέρσες ήταν οι «αληθινοί» Άριοι, σε αντίθεση με τη δημοφιλή πεποίθηση ότι είναι οι σκανδιναβικές φυλές. Στρεβλώνοντας την μελέτη του Sforza, αρκετοί Έλληνες έδωσαν στους γενετικούς κώδικες, όχι μόνο συνείδηση αλλά και ιθαγένεια.
Έλληνες και ελληνικά
Ένας διάσημος Έλληνας μελετητής ο Α. Βακαλόπουλος αναγνώρισε την τεράστια εισροή Βουλγάρων, Αρβανιτών (ή Arnavouts, μισθοφόροι της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, συνήθως Αλβανοί) [4], Βλάχων και γενικά Σλάβων στην ελληνική ηπειρωτική χώρα από την αρχή της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας μέχρι τον 20ο αιώνα. Ωστόσο, ισχυρίζεται ότι, παρά τη μαζική και σταδιακή μετάβαση, οι «νεοφερμένοι» αφομοιώθηκαν πολιτιστικά και γλωσσικά χωρίς να προκαλέσουν διαταραχή μεταξύ του αυτόχθονος πληθυσμού.
Παρ 'όλα αυτά, ιδιαίτερα η θεωρία του περί γλωσσικής αφομοίωσης του είναι μάλλον αδύναμη. Σύμφωνα με τους Τσιτσιπή και Elmendorf, η γλωσσική πολυμορφία δεν ήταν ποτέ πραγματικά αποδεκτή στην Ελλάδα, ειδικά στον 20ο αιώνα. [5] Ο Βακαλόπουλος αναφέρει ότι η ελληνική γλώσσα ήταν το μόνο απτό ενοποιητικό σύμβολο για την αναδυόμενο κράτος τη δεκαετία του 1830. Όμως, το γλωσσικό πρόβλημα δεν επιλύθηκε με την αφομοίωση ή άλλες έμμεσες αιτίες. Ήταν μια συνειδητή και θεσμικά προγραμματισμένη διαδικασία που διήρκεσε για περισσότερα από 100 χρόνια. Η διαδικασία τελείωσε μόνο όταν το να μιλάς μια άλλη γλώσσα (πλην της Ελληνικής) δεν ήταν πια χαρακτηριστικό κοινωνικής διάκρισης.
Ακόμα και η διακεκριμένη Ελληνίδα ιστορικός Ελένη Γλυκατζή-Αρβελέρ προσπαθεί με έναν μάλλον διπλωματικό και ρομαντικό τρόπο να αποφύγει τα σχόλια επί του θέματος δεδομένου ότι δεν είναι σε θέση να εξηγήσει πλήρως την κληρονομιά της ελληνικής γλώσσας. Ισχυρίζεται όμως, ότι τελικά η «ελληνικότητα» βρίσκεται στις καρδιές και τις ψυχές των λαών αλλά και στο Θείο. [6] Ίσως αυτό να είναι και αλήθεια.
Παρόλα αυτά, ο συγκεκριμένος ανθρωπολόγος συχνά αναφέρεται ως επιστημονική απόδειξη σχετικά με την πραγματική ελληνική προέλευση.
Άλλο ένα τρανταχτό παράδειγμα επιστημονικής παρερμηνείας είναι η περίπτωση του γενετιστή του Παν. του Στάνφορντ, Luigi Luca Cavalli Sforza. Ο Sforza στην υπόθεση του αναφέρει απλώς ότι ένας συγκεκριμένος τύπος DNA είχε ισχυρή παρουσία στην Ελλάδα. Αυτή ήταν η σπίθα για άλλον ένα γύρο θεωριών που αφορούν την ελληνική καθαρότητα. Ο Sforza, στη πραγματικότητα αναφέρει ότι το συγκεκριμένο DNA προέρχεται από την Ανατολία και την Ασία από το 7000πΧ εξαιτίας της γεωργικής μετανάστευσης[2] , μια προκατειλημμένη παράλειψη εκ μέρους πολλών Ελλήνων δημοσιογράφων και επιστημόνων οι οποίοι προώθησαν την ιδέα ενός ελληνικού DNA, μη λαμβάνοντας υπ’όψιν ότι σε αυτό το διάστημα η Ελλάδα δεν είχε καν «εφευρεθεί» ακόμα. Ο Sforza ανέφερε επίσης ότι οι Έλληνες είναι περισσότερο γενετικά παρόμοιοι με τους Ιρανούς από οποιονδήποτε άλλο, [3], η συσχέτιση αυτή επίσης υποδεικνύεται από ιστορικές και ανθρωπολογικές μελέτες, αλλά αγνοείται παντελώς στην Ελλάδα.
Εκτός των άλλων, οι Πέρσες ήταν οι «αληθινοί» Άριοι, σε αντίθεση με τη δημοφιλή πεποίθηση ότι είναι οι σκανδιναβικές φυλές. Στρεβλώνοντας την μελέτη του Sforza, αρκετοί Έλληνες έδωσαν στους γενετικούς κώδικες, όχι μόνο συνείδηση αλλά και ιθαγένεια.
Έλληνες και ελληνικά
Ένας διάσημος Έλληνας μελετητής ο Α. Βακαλόπουλος αναγνώρισε την τεράστια εισροή Βουλγάρων, Αρβανιτών (ή Arnavouts, μισθοφόροι της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, συνήθως Αλβανοί) [4], Βλάχων και γενικά Σλάβων στην ελληνική ηπειρωτική χώρα από την αρχή της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας μέχρι τον 20ο αιώνα. Ωστόσο, ισχυρίζεται ότι, παρά τη μαζική και σταδιακή μετάβαση, οι «νεοφερμένοι» αφομοιώθηκαν πολιτιστικά και γλωσσικά χωρίς να προκαλέσουν διαταραχή μεταξύ του αυτόχθονος πληθυσμού.
Παρ 'όλα αυτά, ιδιαίτερα η θεωρία του περί γλωσσικής αφομοίωσης του είναι μάλλον αδύναμη. Σύμφωνα με τους Τσιτσιπή και Elmendorf, η γλωσσική πολυμορφία δεν ήταν ποτέ πραγματικά αποδεκτή στην Ελλάδα, ειδικά στον 20ο αιώνα. [5] Ο Βακαλόπουλος αναφέρει ότι η ελληνική γλώσσα ήταν το μόνο απτό ενοποιητικό σύμβολο για την αναδυόμενο κράτος τη δεκαετία του 1830. Όμως, το γλωσσικό πρόβλημα δεν επιλύθηκε με την αφομοίωση ή άλλες έμμεσες αιτίες. Ήταν μια συνειδητή και θεσμικά προγραμματισμένη διαδικασία που διήρκεσε για περισσότερα από 100 χρόνια. Η διαδικασία τελείωσε μόνο όταν το να μιλάς μια άλλη γλώσσα (πλην της Ελληνικής) δεν ήταν πια χαρακτηριστικό κοινωνικής διάκρισης.
Ακόμα και η διακεκριμένη Ελληνίδα ιστορικός Ελένη Γλυκατζή-Αρβελέρ προσπαθεί με έναν μάλλον διπλωματικό και ρομαντικό τρόπο να αποφύγει τα σχόλια επί του θέματος δεδομένου ότι δεν είναι σε θέση να εξηγήσει πλήρως την κληρονομιά της ελληνικής γλώσσας. Ισχυρίζεται όμως, ότι τελικά η «ελληνικότητα» βρίσκεται στις καρδιές και τις ψυχές των λαών αλλά και στο Θείο. [6] Ίσως αυτό να είναι και αλήθεια.
Η ύπαρξη ομοιοτήτων αρχαίων ελληνικών χαρακτηριστικών με τους σύγχρονους Έλληνες δεν αμφισβητείται, αλλά το να διεκδικήσεις συγκεκριμένες αποδείξεις αυτής της συνέχειας είναι μάταιο, καθώς υπάρχουν άλλα συγκλονιστικά στοιχεία που προκαλούν ακόμα και την φυλετική καθαρότητα των αρχαίων Ελλήνων, όμως αυτό δεν αποτελεί μέρος της παρούσας ανάλυσης.
Ο πολύ περιφρονημένος και μισητός στην Ελλάδα Φαλμεράγιερ δήλωσε ότι δεν υπάρχει ούτε στάλα αρχαίου ελληνικού αίματος στους Έλληνες του σήμερα (του 1830 δηλαδή, έχει πεθάνει ο άνθρωπος). Προφανώς ήταν μια υπερβολή για πρόσθετη έμφαση στα επιχειρήματά του, όμως πρέπει να λάβουμε υπόψη το γεγονός ότι κανείς δεν αντiλαμβανόταν ακριβώς τον εαυτό ως Έλληνα πολίτη τότε, αλλά ως Χριστιανό ή Μουσουλμάνο, χωρίς κατ 'ανάγκην να μιλάει και ελληνικά. Λογικό, μπορεί κάποιος να πει, αφού η Ελλάδα ως έθνος-κράτος ήταν ακόμη ανύπαρκτη.
Η ίδρυση του πρώτου πραγματικά ελληνικού κυρίαρχου κράτος δεν ήρθε μέχρι το 1830, δηλαδή περίπου 2.400 χρόνια μετά το Περικλή.
«Μα πωτς γένεται?» (όπως θα έλεγε ο ποδοσφαιριστής Ογκουνσοτο)
Ακόμα και αν δεχτούμε το επιχείρημα ότι οι Πέρσες, οι Σλάβοι, οι Βούλγαροι, οι Γότθοι, οι Αλβανοί, οι Ρωμαίοι, οι Ενετοί, οι Γενοβέζοι και οι Οθωμανοί που ήταν εγκατεστημένοι αιώνες τελικά εξελληνίστηκαν και εξομοιώθηκαν, πόσο φυλετικά καθαρός μπορείς να είσαι μετά από αυτό; Το ίδιο ερώτημα βέβαια αφορά και τους σύγχρονους Τούρκους και τους σύγχρονους Άγγλους και στην πραγματικότητα λίγο-πολύ όλους. Τίποτα δεν μπορεί να είναι αντικειμενικό σε αυτό το συγκεκριμένο θέμα, γιατί ο κόσμος, οι χώρες και οι κοινωνίες είναι συνεχώς μεταβαλλόμενες.
Η Ελλάδα θεωρείται από πολλούς ως εξαγνισμένη από όλα τα ξένα ή απαλλοτριωτικά στοιχεία. Καλά όχι πια, τα πράγματα έχουν αλλάξει για άλλη μια φορά. Ο μπασκετμπολίστας με το ελληνικότατο όνομα Σοφοκλής Σχορτσιανίτης θα μπορούσε να είναι πολύ πιο Έλληνας τελικά από τους αυτοανακηρυγμένους γενετιστές της Χρυσής Αυγής.
Κανείς δεν μπορεί να σας πει τι είστε ή πώς αισθάνεστε. Ορισμένοι πολιτικοί του παρελθόντος γνώριζαν πολύ καλά ότι η Ελλάδα ήταν τόσο εθνοτικά κατακερματισμένη, που θα ήταν αδύνατο κανείς να καθορίσει την ιθαγένεια, σύμφωνα με χειροπιαστά ή εμφανισιακά κριτήρια. Αυτός ήταν ο κύριος λόγος για τον οποίο ο πρωθυπουργός Ε. Βενιζέλος προώθησε την ιδέα ότι η «ελληνικότητα» δεν μετριέται από τη φυλή, τη γλώσσα ή τη θρησκεία, αλλά από εθνική συνείδηση κάποιου. [7] Όπως γράφει ο Simon McIlwaine «η ελληνική εθνοτική ομοιογένεια ήταν απλά μια πεποίθηση». [8]
Πράγματι, κανείς δεν μπορεί να είναι 100% Έλληνας. Αλλά όσο και κλισέ να είναι, ο Shelley δήλωσε ότι «όλοι είμαστε Έλληνες».
Παραπομπές
[1] Carleton S. Coon (1933) The Races of Europe, The Greeks, Chapter XII, section 14, Harvard University. (New Edition, 1972 from Greenwood Press: Westport)
[2] Mitchell Leslie, (1999) Stanford Magazine The History of Everyone and Everything, May/June 1999 http://alumni.stanford.edu/get/page/magazine/article/?article_id=40759
[3] ibid
[4] Κωστας Μπιρης (1960), Αρβανίτες οι Δωριείς του νεότερου Ελληνισμού: ιστορία των Ελλήνων Αρβανιτών
[5] Lukas D. Tsitsipis and William W. Elmendorf (1983) Language Shift among the Albanian Speakers of Greece Anthropological Linguistics, Vol. 25, No. 3 (Fall, 1983), pp. 288-308 Published by: The Trustees of Indiana University on behalf of Anthropological Linguistics
[6] Hélène Ahrweiler 2000“The Hellenic Europe: Problems of Greek Continuity” Ahrweiler H., The Making of Europe, Lectures and Studies, Nea Synora Livanis Publishing Organization, Athens
[7]Michael Llewellyn Smith (2008) “Venizelos’ Diplomacy 1910-23: From Balkan Alliance to Greek Turkish Settlement” in Kitromilidis, Paschalis (ed) “Venizelos: The trials of statesmanship” Edinburgh University Press, p.173
[8] Simon McIlwaine, (1993) The Strange Case of the Invisible Minorities - Institutional Racism in the Greek State, International Society for Human Rights, British Section, Dec. 1993
lifo.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου