Αριθμός απόφασης: 3887/2015
ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
Τμήμα 19ο Τριμελές
Αποτελούμενο από τους δικαστές: Φωτεινή Βούξινου Εφέτη Διοικητικών Δικαστηρίων, που άσκησε καθήκοντα Προέδρου επειδή κωλύονταν οι Πρόεδροι και οι αρχαιότεροι αυτής δικαστές (εισηγήτρια),
Δήμητρα Παλαιομήτρου και Αικατερίνη Κοφινά Εφέτες Διοικητικών Δικαστηρίων και γραμματέα την Αποστολία Τηλαβερίδου, δικαστική υπάλληλο συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του, στις 28 Απριλίου 2015 για να δικάσει την προσφυγή με ημερομηνία καταθέσεως 16 Οκτωβρίου 2012 (ΑΒΕΜ ΠΡΣ 2993/16.10.2012), της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «ΛΑΤΟΜΕΙΑ ΠΑΡΘΕΝΩΝ Α.Ε.» με έδρα στην θέση Λούτσα Αγίας Μαρίνας Γραμματικού του Δήμου Μαραθώνος Αττικής, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου της δικηγόρου Γεωργίου Καρρά.
κατά του Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου ΔΗΜΟΣ ΜΑΡΑΘΩΝΟΣ το οποίο παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου του δικηγόρου Απόστολου Παπακωνσταντίνου.
Το Δικαστήριο
μελέτησε τη δικογραφία και σκέφθηκε σύμφωνα με το νόμο.
1. Επειδή με την κρινόμενη προσφυγή για την οποία καταβλήθηκε παράβολο 3.000 ευρώ (βλ. διπλότυπα είσπραξης σειρά Ζ 3946620 Α/Α 21734/16.10.2012 και σειρά Η 8233677Α/Α 5318/23.4.2015 αντίστοιχα) η προσφεύγουσα εταιρεία επιδιώκει να ακυρωθεί η 320/17.7.2012 εγγραφή της στους χρηματικούς καταλόγους του Δήμου Μαραθώνος, ειδικού τέλους λατομικών προϊόντων του άρθρου 19 του ν. 1428/1984 «Εκμετάλλευση λατομείων αδρανών υλικών και άλλες διατάξεις» (Α' 43), με την οποία επιβλήθηκε σε βάρος της, για τα οικονομικά έτη 2008 έως 2012, ειδικό τέλος λατομικών προϊόντων συνολικού ποσού 548.611,75 ευρώ.
2. Επειδή, στο άρθρο 2 του ν. 505/1976 (Α' 353), οι δικονομικές διατάξεις του οποίου εφαρμόζονται, κατ'άρθρο 5 του ν. 1406/1983 (Α' 182), στις διαφορές από τη δημοτική και κοινοτική φορολογία γενικώς, ορίζεται ότι: «1. Δικαιούται εις προσφυγήν πας φορολογούμενος εγγραφείς εις βεβαιωτικόν κατάλογον δι'οιονδήποτε αυτοτελή φόρον, τέλος, δικαίωμα, εισφοράν ...και πρόστιμον, βεβαιούμενον είτε απ'ευθείας υπό του δήμου ή της κοινότητος ... ενώπιον του αρμοδίου Φορολογικού Πρωτοδικείου... 2. Η προθεσμία ασκήσεως της προσφυγής είναι, είκοσι ημερών, από της επομένης της κατ' εφαρμογήν της κειμένης περί δήμων και κοινοτήτων νομοθεσίας επιδόσεως εις τον φορολογούμενον της περί βεβαιώσεως του φόρου, τέλους, δικαιώματος εισφοράς, αντιτίμου προσωπικής εργασίας ή προστίμου, ειδοποιήσεως ή αποφάσεως ή αποσπάσματος φύλλου ελέγχου ή άλλου δηλοποιούντος την βεβαίωσιν εγγράφου, εφ'όσον το βεβαιωθέν ποσόν δεν υπερβαίνει τας χιλίας δραχμάς. Επί βεβαιώσεων ανωτέρου ποσού εφαρμόζονται, ως προς την επίδοσιν, αι οικείαι διατάξεις του Κωδικός Φορολογικής Δικονομίας» και στο άρθρο 3 του ίδιου ως άνω νόμου, όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 27 του ν. 1828/1989 (Α' 2), ότι: «1. Σε περίπτωση άσκησης προσφυγής από φορολογούμενο, βεβαιώνεται σε βάρος του ποσοστό σαράντα τα εκατό (40%) επί του αμφισβητούμενου ποσού. 2...». Εξάλλου, ήδη, στον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (Κ.Δ.Δ.) που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 2717/1999 (Α' 97/17.5.1999), του οποίου η ισχύς, σύμφωνα με το άρθρο δεύτερο αυτού, άρχισε δύο μήνες μετά τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ορίζεται στο άρθρο 66 ότι: «1. Η προσφυγή ασκείται μέσα σε προθεσμία εξήντα (60) ημερών, η οποία αρχίζει: Α. Σε περίπτωση ρητής πράξης: α) Για εκείνους τους οποίους αφορά: i) από την κατά νόμο επίδοση της σε αυτούς ή ίί) σε κάθε άλλη περίπτωση, από τότε που αυτοί έλαβαν αποδεδειγμένως πλήρη γνώση του περιεχομένου της. β) Για τους τρίτους: ί) από τη δημοσίευση της, αν δεν προβλέπεται από το νόμο άλλος ειδικότερος τρόπος γνωστοποίησης της, ή ιι) σε κάθε άλλη περίπτωση, από τότε που αυτοί έλαβαν αποδεδειγμένως πλήρη γνώση του περιεχομένου της». Περαιτέρω, στο άρθρο 285 του ίδιου ως άνω Κώδικα ορίζεται ότι «1. Από την έναρξη της ισχύος του Κώδικα καταργείται κάθε γενική ή ειδική διάταξη η οποία αναφέρεται σε θέμα ρυθμιζόμενο από αυτόν. 2. Κατ' εξαίρεση, διατηρούν την ισχύ τους οι δικονομικού περιεχομένου διατάξεις: α) ως προς τις οποίες γίνεται ρητή επιφύλαξη στις επιμέρους διατάξεις του Κώδικα, β) της δημοτικής - κοινοτικής φορολογίας, οι οποίες αφορούν την είσπραξη φόρου ή τέλους μέσω της, γ) οι οποίες αναφέρονται στην εκδίκαση των διαφορών ανάμεσα στο φορολογούμενο και τον ενοικιαστή φόρων, δ) οι οποίες προβλέπουν την επιβολή, από τα δικαστήρια, αυτοτελών κυρώσεων για φορολογικές παραβάσεις, ε) του άρθρου 99 του ν.δ. 118/1973, στ) του άρθρου 1 του ν.δ. 4600/1966 και ζ) των παρ. 4 και 7 του άρθρου 28 του ν. 2579/1998».
4. Επειδή, από τις μεταβατικές διατάξεις του ΚΔΔ (αρ. 285) δεν προβλέπεται η διατήρηση της ισχύος της ως άνω ειδικής διάταξης του άρθρου 2 παρ. 2 του ν. 505/1976 και, ως εκ τούτου, η προθεσμία άσκησης προσφυγής και στις υποθέσεις δημοτικής και κοινοτικής φορολογίας ρυθμίζεται πλέον από τη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 66 του ΚΔΔ που ορίζει την προθεσμία άσκησης προσφυγής σε εξήντα ημέρες από την κατά νόμο επίδοση στο φορολογούμενο της σχετικής πράξης και, πάντως, από τότε που αυτός έλαβε αποδεδειγμένα πλήρη γνώση του περιεχομένου της (βλ. ΣτΕ 2115/2015, 2104-2014, 702/2009 επτ.). Στην προκειμένη περίπτωση η κοινοποίηση του αποσπάσματος του βεβαιωτικού καταλόγου στην προσφεύγουσα έγινε (όπως αμφότεροι οι διάδικοι ισχυρίζονται) στις 30.7.2012. Συνεπώς, η κατάθεση της προσφυγής στις 16 Οκτωβρίου 2012 είναι νόμιμη, απορριπτόμενου ως αβασίμου του σχετικού ισχυρισμού του καθ'ου η προσφυγή Δήμου, και η προσφυγή εξετάζεται ακολούθως κατά την ουσία της:
5. Επειδή, στο άρθρο 20 παράγραφος 2 του Συντάγματος ορίζεται ότι: «Το δικαίωμα της προηγούμενης ακρόασης του ενδιαφερομένου ισχύει και για κάθε διοικητική ενέργεια ή μέτρο που λαμβάνεται σε βάρος των δικαιωμάτων ή συμφερόντων του». Κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, η άσκηση του συνταγματικώς κατοχυρωμένου δικαιώματος της προηγουμένης ακροάσεως - το οποίο προβλέπεται πλέον και στο άρθρο 6 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (ν. 2690/1999, Α' 45) - αποβλέπει στην παροχή της δυνατότητας στον διοικούμενο, τον οποίο αφορά η δυσμενής διοικητική πράξη, να προβάλλει συγκεκριμένους ισχυρισμούς ενώπιον του αρμοδίου διοικητικού οργάνου, ούτως ώστε να επηρεάσει τη λήψη από το όργανο αυτό της σχετικής απόφασης, ύστερα από διαφορετική εμφάνιση και εκτίμηση του πραγματικού υλικού. Συνεπώς, για το λυσιτελές της προβολής από τον διοικούμενο λόγου ακύρωσης περί μη τήρησης του δικαιώματος προηγουμένης ακρόασης, πριν την έκδοση της δυσμενούς γι' αυτόν πράξης, απαιτείται και παράλληλη αναφορά και των ισχυρισμών που αυτός θα προέβαλε ενώπιον της Διοίκησης αν είχε κληθεί και οι οποίοι θα κλόνιζαν τις διαπιστώσεις του αρμοδίου οργάνου ως προς τις προϋποθέσεις για την επιβολή του τέλους και θα μπορούσαν, ενδεχομένως, εάν ετίθεντο υπόψη του, να επηρεάσουν την απόφαση του (βλ. Σ.τ.Ε. 2560/2015 Ολομ., ΣτΕ ολομ.4447/2012, πρβλ. ΣτΕ 3578/2013, 2383, 948/2012, 3382/2010).
6. Επειδή, ο ν.1428/1984 ορίζει στο άρθρο 19, όπως η παράγραφος 1 αυτού αντικαταστάθηκε από το άρθρο 15 του ν.2115/1993 (Α' 15) ότι: « 1. Οι εκμεταλλευτές δημόσιων και ιδιωτικών λατομείων, και λατομείων ν.π.δ.δ. αδρανών υλικών, υποχρεούνται να καταβάλλουν ετησίως ειδικό τέλος υπέρ οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, στην περιοχή των οποίων λειτουργεί το λατομείο. Το τέλος αυτό ορίζεται σε πέντε τοις εκατό (5%) στην τιμή πωλήσεως των λατομικών προϊόντων επί αυτοκινήτου στο χώρο του λατομείου. Ο προσδιορισμός των ποσοτήτων που πωλούνται γίνεται με βάση τα τιμολόγια και κάθε άλλη πρόσφορη μέθοδο καταμετρήσεως των λατομικών προϊόντων...2... 3. Τα ποσά που προέρχονται από το ειδικό τέλος της παραγράφου 1 αυτού του άρθρου βεβαιώνονται και εισπράττονται σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν κάθε φορά για βεβαίωση και είσπραξη των εσόδων δήμων και κοινοτήτων» Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 1 του ν. 1428/1984, όπως συμπληρώθηκε με το άρθρο 1 του ν. 2115/1993, «αδρανή υλικά, για την εφαρμογή του νόμου, είναι τα υλικά διαφόρων διαστάσεων, που προέρχονται από την εξόρυξη κατάλληλων πετρωμάτων ή την απόληψη φυσικών αποθέσεων θραυσμάτων τους και που χρησιμοποιούνται όπως έχουν ή μετά από θραύση ή λειοτρίβηση ή ταξινόμηση για την παρασκευή σκυροδεμάτων ή κονιαμάτων ή με μορφή σκύρων ή μεγαλύτερων κομματιών στην οδοποιία ή λοιπά τεχνικά έργα ή οικοδομές, καθώς και τα ασβεστολιθικά πετρώματα, που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ασβέστη ή υδραυλικών κονιών ή συλλιπασμάτων μεταλλουργίας. Στην έννοια των αδρανών υλικών περιλαμβάνονται και οι δομικοί λίθοι, λαξευτοί ή όχι».
7. Επειδή, με τις διατάξεις του άρθρου 24 του Συντάγματος, το φυσικό και το πολιτιστικό περιβάλλον έχουν αναχθεί σε αυτοτελώς προστατευόμενα αγαθά. Τα αρμόδια όργανα του Κράτους οφείλουν να προβαίνουν σε θετικές ενέργειες για την αποτελεσματική διαφύλαξη των αγαθών αυτών και, ειδικότερα, να λαμβάνουν τα απαιτούμενα νομοθετικά και διοικητικά, προληπτικά και κατασταλτικά, μέτρα, παρεμβαίνοντας στον αναγκαίο βαθμό στην οικονομική ή άλλη, ατομική ή συλλογική, δραστηριότητα. Κατά τη λήψη των ανωτέρω μέτρων, τα όργανα της νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας οφείλουν να σταθμίζουν και άλλους παράγοντες, αναγόμενους στο γενικότερο εθνικό και δημόσιο συμφέρον, η επιδίωξη όμως των σκοπών αυτών και η στάθμιση των προστατευόμενων αντίστοιχων έννομων αγαθών πρέπει να συμπορεύεται προς την υποχρέωση της Πολιτείας να μεριμνά για την προστασία του περιβάλλοντος κατά τέτοιο τρόπο ώστε να εξασφαλίζεται βιώσιμη ανάπτυξη (βλ. ΣτΕ 3478/2000 Ολομ, 893/04 επτ.), ο συντακτικός νομοθέτης, σταθμίζοντας την προστασία του περιβάλλοντος, την εθνική οικονομία και την οικονομική ελευθερία, επιτάσσει τον συγκερασμό τους κατά τρόπο που θα διασφαλίζει τη βιώσιμη ανάπτυξη (ΣτΕ Ολομ. 1569/2005, πρβλ. και ΣΕ 3478/2000 Ολομ.). Από την αρχή δε της βιώσιμης ανάπτυξης απορρέει η υποχρέωση σχεδιασμού και προγραμματισμού για την εξόρυξη πρώτων υλών και αδρανών υλικών, ώστε να εξασφαλίζεται αφενός μεν η μείωση των δυσμενών για το περιβάλλον επιπτώσεων και ο σεβασμός της φέρουσας ικανότητας της περιοχής, στην οποία αναπτύσσεται η σχετική δραστηριότητα, αφετέρου δε η ορθολογική και με φειδώ εκμετάλλευση των φυσικών πόρων. Μέσα στο ανωτέρω πλαίσιο, ο νομοθέτης τροποποίησε με το άρθρο 1 του ν. 2115/1993, το άρθρο 1 παρ. 1 του ν. 1428/1984 ώστε πλέον να υπόκεινται σε τέλος του 5% και ο εκμεταλλευτής λατομείου κάθε είδους δομικών λίθων, περιλαμβανομένων και των λαξευτών, εφόσον οι ίδιοι λόγοι για την επιβολή του τέλους συντρέχουν σε όλες τις ως άνω περιπτώσεις.
8. Επειδή, στην προκείμενη περίπτωση από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτουν τα εξής: Με την προσβαλλόμενη 320/2012 εγγραφή στους βεβαιωτικούς καταλόγους του Δήμου Μαραθώνος Μεσογαίας, επιβλήθηκε σε βάρος της προσφεύγουσας, η οποία, τον κρίσιμο χρόνο, εκμεταλλευότανλατομείο μαρμάρων που βρίσκεται στη διοικητική περιφέρεια του Δήμου Μαραθώνα, ειδικό τέλους του άρθρου 19 του ν. 1428/1984, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 15 του ν. 2115/1993, ύψους αντίστοιχα 98.482,02 ευρώ για το έτος 2009, 90.313,85 για το έτος 2010, 190.840,34 για το έτος 2007,56.962,78 για το έτος 2011 και 112.012,76 για το έτος 2008. Συγκεκριμένα ο Δήμος, προκειμένου να υπολογίσει το ποσό του τέλους, ζήτησε τα κρίσιμα στοιχεία από την αρμόδια Δ.Ο.Υ. ΦΑΕΕ Αθηνών. Με σχετικά έγγραφα η ως άνω Δ.Ο.Υ. γνωστοποίησε στο Δήμο ότι τα συνολικά ακαθάριστα έσοδα της προσφεύγουσας εταιρείας, με ΑΦΜ 094241920, είχαν ως εξής: οικ. έτος 2008, 3.816.806,77 ευρώ, οικ. έτος 2009, 2.240.255,12 ευρώ, οικ.έτος 2010, 1.969.640,43 ευρώ, οικ.έτος 2011, 1.806.276,9 ευρώ, οικ.έτος 2012, 1.139.255,50 ευρώ. Επί των εσόδων αυτών η δημοτική αρχή εφάρμοσε τον νόμιμο συντελεστή (5%) και υπολόγισε το νόμιμο τέλος, το οποίο ανήλθε στα ποσά που προαναφέρθηκαν. Ήδη, η προσφεύγουσα, με την κρινόμενη προσφυγή και το προς ανάπτυξη των λόγων αυτής παραδεκτώς κατατεθέν υπόμνημα, υποστηρίζει ότι η προσβαλλόμενη εγγραφή είναι ακυρωτέα διότι: α) δεν τηρήθηκε το εκ του άρθρου 20 του Συντάγματος απορρέον δικαίωμα ακρόασης β) έχει την εκμετάλλευση λατομείου μαρμάρου, ορυκτό το οποίο δεν εμπίπτει στα αδρανή υλικά συνεπώς δεν υπόκειται στο ένδικο τέλος γ) η αξίωση του Δήμου για καταβολή του οφειλόμενου τέλους παρίσταται καταχρηστική, διότι το έτος 2012 της γνωστοποιήθηκε η αναδρομική επιβολή των ενδίκων τελών, με συνέπεια, εξαιτίας της δεινής οικονομικής της κατάστασης, να αδυνατεί να καταβάλει το οφειλόμενο τέλος. Προς απόδειξη των ισχυρισμών της προσκομίζει τα μισθωτήρια συμβόλαια του ανωτέρω λατομείου με το ελληνικό δημόσιο. Στο αρχικό συμβόλαιο μισθώσεως του έτους 1978, στην παράγραφο με αριθμό 7, αναφέρεται ότι το μίσθωμα του λατομείου της ορίζεται πάγιο μεν κατά την πρώτη τριετία 500 δρχ. κατά στρέμμα και 3.000 δραχμές τα επόμενα έτη και αναλογικό ποσοστού 8 % επί των πωλουμένων ογκομαρμάρων επί δαπέδου του λατομείου και 10% επί της τιμής πωλήσεως επί του λατομείου των λοιπών ακατέργαστων υποπροϊόντων και των πάσης φύσεως απορριμμάτων. Το αναλογικό μίσθωμα καταβάλλεται μόνο εφόσον είναι μεγαλύτερο του παγίου. Για τον σκοπό αυτό η μισθώτρια υποβάλλει εντός του πρώτου μηνός του επομένου έτους καταστάσεις των εξαχθέντων ή πωληθέντων ποσοτήτων συνοδευόμενων από τα αντίστοιχα τιμολόγια ή επίσημα δελτία αποστολής θεωρηθέντα από την Οικον. Εφορία καθώς και υπεύθυνες δηλώσεις περί των ανωτέρω. Αναληθή στοιχεία επισύρουν τις κυρώσεις που αναφέρονται στη συνέχεια στο άρθρο αυτό. Η μίσθωση αυτή, παρατάθηκε διαδοχικά μέχρι την 17.6.2018. Προσκομίζει επίσης καταστάσεις βεβαιώσεως εσόδων του Δημοσίου του Τμήματος Φυσικών Πόρων της Διεύθυνσης Τεχνικού Ελέγχου της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αττικής, Γ ενικής Διεύθυνση Χωροταξικής και Περιβαλλοντολογικής Πολιτικής, όπου αναφέρονται τα εξής : Για την χρήση 2011 προέκυψαν αναλογικά μισθώματα 8% επί πωλήσεων ογκομαρμάρων ύψους 4.427,90 ευρώ και 5% επί πωλήσεως χαλικίου κ.λ.π. αξίας 512.496,58 ευρώ, για την χρήση 2007, 2009 και 2012 το μίσθωμα ήταν πάγιο. Για την χρήση 2008 αναλογικά μισθώματα το 10% επί πωλήσεων λατύπης αξίας 111.401,80 ευρώ και 5% επί πωλήσεως χαλικίου κ.λ.π. αξίας 345.579,65 ευρώ.
9.Επειδή, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη 3 της παρούσας, αφού η προσφεύγουσα εταιρεία δεν επικαλείται με την κρινόμενη προσφυγή συγκεκριμένους ουσιαστικούς ισχυρισμούς ή στοιχεία, που θα μπορούσε να έχει προβάλει και ενώπιον της Φορολογικής Αρχής, σε περίπτωση που είχε κληθεί πριν την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης, ώστε να επηρεάσει τη λήψη της απόφασης ύστερα από διαφορετική εμφάνιση και εκτίμηση του πραγματικού υλικού, ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί ως αλυσιτελής. Συγκεκριμένα, δεν ισχυρίζεται ότι στα ακαθάριστα έσοδα της εταιρείας που αναφέρθηκαν από τη Δ.Ο.Υ. περιλαμβάνονται και έσοδα από μη λατομικές εργασίες (πόσα και ποιες εργασίες). Η, έστω, αόριστη αναφορά στη σελ. 14 του υπομνήματος ότι το ένδικο τέλος υπολογίστηκε, μη νόμιμα, επί των συνολικών ακαθάριστων εσόδων της που περιλαμβάνουν και πωλήσεις προϊόντων που προμηθεύτηκε από τρίτους και όχι μόνο επ' αυτών που προέρχονταν από την πώληση λατομικών προϊόντων, δεν είναι ληπτέα υπόψη, εφόσον το υπόμνημα μόνο ανάπτυξη των λόγων της προσφυγής μπορεί να περιέχει και όχι νέους ισχυρισμούς. Οσον αφορά τον ισχυρισμό ότι τα μάρμαρα δεν περιλαμβάνονται στα αδρανή υλικά του ν. 1428/1984, σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν στις σκέψεις 4 και 5 της παρούσας είναι απορριπτέος, καθόσον μετά την τροποποίηση με το άρθρο 1 του ν. 2115/1993 στην έννοια της εν λόγω διάταξης εμπίπτουν τα λατομεία κάθε είδους δομικών λίθων, περιλαμβανομένων και των λαξευτών, ενώ οι διατάξεις που αναφέρει στην προσφυγή η προσφεύγουσα αφορούν στην χορήγηση άδειας εκμετάλλευσης λατομείου μαρμάρων, το οποίο αποτελεί διαφορετικό ζήτημα από την επιβολή του ενδίκου τέλους. Ο λόγος της προσφυγής, ότι το ένδικο τέλος επιβλήθηκε κατά καταχρηστική άσκηση, δικαιώματος απαγορευομένη από το άρθρο 25 του Συντάγματος είναι επίσης αβάσιμος και απορριπτέος διότι το άρθρο 25 παρ. 3 του Συντάγματος περί απαγορεύσεως της καταχρηστικής ασκήσεως δικαιώματος αφορά την περίπτωση καταχρήσεως εκ μέρους του φορέα του ατομικού δικαιώματος και όχι σχέσεις δημοσίου δικαίου όπως η προκειμένη (βλ. ΣτΕ 2970/2011, 713/2010, 1591/2009, 596/2007, 1926/2000).
10. Επειδή, μετά από αυτά το Δικαστήριο, κρίνει ότι, νομίμως διενεργήθηκε η προσβαλλόμενη εγγραφή, ενώ το ποσό των ακαθαρίστων εσόδων όπως αυτό δηλώθηκε στη Φορολογική Αρχή δεν αμφισβητείται και κατ' ακολουθίαν, η κρινόμενη προσφυγή, πρέπει να απορριφθεί. Ενόψει όλων των περιστάσεων της παρούσας υπόθεσης, κρίνει ότι πρέπει να απαλλαγεί η προσφεύγουσα από τα δικαστικά έξοδα του διαδίκου Δήμου (άρθρο 275 Κ.Δ.Δ.), να καταπέσει δε το ποσό του παραβόλου που καταβλήθηκε, ύψους 3000 ευρώ (άρθρο 277 παρ. 9 Κ.Δ.Δ.) υπέρ του ελληνικού δημοσίου
ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ
-Απορρίπτει την προσφυγή.
-Ορίζει την κατάπτωση του παραβόλου υπέρ του ελληνικού δημοσίου
-Απαλλάσσει την προσφεύγουσα από τη δικαστική δαπάνη του Δήμου Μαραθώνος.
Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 23 Ιουλίου 2015 και δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στις 20 Αυγούστου 2015.
Η ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ και ΕΙΣΗΓΗΤΡΙΑ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΦΩΤΕΙΝΗ ΒΟΥΞΙΝΟΥ
ΑΠΟΣΤΟΛΙΑ ΤΗΛΑΒΕΡΙΔΟΥ
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου